Εκτύπωση

      Το θέμα της επιτήρησης της υγείας κατά την εφηβική ηλικία έχει ιδιαίτερο κοινωνικό βάρος - όχι μόνο για τους σημερινούς εφήβους και τις οικογένειές τους- αλλά και για την υγεία των ενηλίκων του μέλλοντος. Για να υπάρξει ωστόσο επιτυχία της παρέμβασης στην ηλικιακή αυτή ομάδα, θα πρέπει να προσεγγιστεί κατάλληλα ο έφηβος. Η ιατρική συνέντευξη και η συμβουλευτική ή θεραπευτική αγωγή του εφήβου προϋποθέτουν γνώσεις, τεχνική και σωστή κρίση του παιδιάτρου. Θα πρέπει να τεθούν οι κατάλληλες ερωτήσεις, με το σωστό τρόπο και να τηρηθούν συγκεκριμένοι κανόνες (Πίνακας 1).

     Η πρώτη επαφή γίνεται με τις συστάσεις. Το κεντρικό πρόσωπο είναι πάντα ο έφηβος και σ’ αυτόν απευθύνεται πρώτα ο χαιρετισμός. Στη συνέχεια μπορεί να ζητηθεί από τον ίδιο τον έφηβο να συστήσει τους συνοδούς του. Αρχικά ο παιδίατρος δέχεται τον έφηβο μαζί με τον γονέα και γίνονται οι αρχικές ερωτήσεις για το λόγο προσέλευσης, το οικογενειακό και ατομικό αναμνηστικό. Πάντα οι ερωτήσεις απευθύνονται και στους δύο (έφηβο και γονέα). Κατά το στάδιο αυτό ο παιδίατρος μπορεί να κάνει τις πρώτες παρατηρήσεις της σχέσης του εφήβου με τους γονείς του. Είναι θεμιτό (τουλάχιστον για τους μεγαλύτερους σε ηλικία εφήβους), αυτό το πρώτο στάδιο να μη διαρκεί περισσότερο από 5-10 λεπτά, γιατί ενδέχεται να δυσκολευτεί η δημιουργία εμπιστευτικής σχέσης με τον έφηβο. Είναι σημαντικό βέβαια να μην αισθανθεί ο γονέας αποκλεισμό ή ακύρωση. Ένας κατάλληλος χειρισμός γι αυτή την περίπτωση είναι : «Θα μπορούσατε να μας αφήσετε μόνους για λίγο; Θα ξαναβρεθούμε πολύ σύντομα για να ανακεφαλαιώσουμε την κατάσταση».

     Ο έφηβος λοιπόν βρίσκεται μόνος με τον παιδίατρο. Η αρχή της εχεμύθειας αποτελεί τη βασικότερη αρχή της συνέντευξης με τον έφηβο. Σύμφωνα με μελέτη που έγινε σε Αμερικανούς εφήβους, μόνο το 15% θα αναζητούσε αντιμετώπιση για σεξουαλικά μεταδιδόμενη νόσο σε περίπτωση γονικής ενημέρωσης, έναντι του 65% που θα την αναζητούσε σε περίπτωση τήρησης εμπιστευτικής σχέσης με τον παιδίατρο. Η αρχή της εχεμύθειας διευκρινίζεται από την πρώτη επίσκεψη χρησιμοποιώντας μια πρόταση όπως η παρακάτω : «Οτιδήποτε συζητηθεί μεταξύ μας δεν θα μεταφερθεί σε άλλον, χωρίς να ενημερωθείς και να δώσεις την άδειά σου». Ωστόσο, υπάρχουν εξαιρέσεις : σε περίπτωση που ο παιδίατρος αντιληφθεί αυτοκτονικό ή ανθρωποκτονικό ιδεασμό ή κακοποίηση, θα πρέπει να ενημερωθούν τα κατάλληλα άτομα και οι γονείς, ώστε να ληφθεί η απαραίτητη μέριμνα. Αυτή η εξαίρεση θα πρέπει επίσης να αναφερθεί κατά την πρώτη επίσκεψη, αφού η έντιμη και ειλικρινής στάση του παιδιάτρου είναι ζήτημα εξαιρετικής σημασίας για τον έφηβο.

     Ένα άλλο σημαντικό σημείο της επαφής με τον έφηβο είναι η εκτίμηση του επιπέδου ανάπτυξης, αφού η προσέγγιση κάθε σταδίου (πρώιμη, μέση και όψιμη εφηβεία) είναι διαφορετική και ανάλογη της γνωστικής κατάστασης. Αν και η χρονολογική ηλικία μπορεί κάπως να προσανατολίσει, πολλές φορές είναι τελείως παραπλανητική. Ο παιδίατρος μπορεί να ξεκινήσει με ερωτήσεις γενικού περιεχομένου (για αθλητισμό, μουσική, σινεμά) και στη συνέχεια να εστιάσει σε «ευαίσθητα» θέματα (σχέσεις στην οικογένεια, συνομήλικοι, ραντεβού-σεξουαλικότητα, χρήση καπνού-αλκοόλ), ώστε να αποκτήσει μία ιδέα του επιπέδου επικοινωνίας και των αναγκών του εφήβου.

     Η προσέγγιση των «ευαίσθητων» θεμάτων μπορεί να γίνει σταδιακά, με ερωτήσεις που αρχικά αφορούν τρίτους, ενώ παράλληλα ερωτάται η γνώμη του εφήβου για τις διάφορες συμπεριφορές. Για παράδειγμα, σε έναν έφηβο 14 ετών, ο παιδίατρος μπορεί να ρωτήσει αν τα παιδιά της παρέας του καπνίζουν (πόσοι καπνίζουν, πόσα τσιγάρα ημερησίως, πότε ξεκίνησαν) και στη συνέχεια να ερωτηθεί η γνώμη του εφήβου γι αυτό. Στο τέλος μπορεί να ερωτηθεί ο ίδιος ο έφηβος εάν είχε κάποια εμπειρία καπνίσματος ή αν καπνίζει συστηματικά. Οι περαιτέρω ερωτήσεις και η καθοδήγηση θα εξαρτηθούν από τις απαντήσεις του εφήβου. Αν ο έφηβος δεν καπνίζει, ο ιατρός ενθαρρύνει την επιλογή αυτή και συζητά μαζί του, ζητώντας του να σκεφθεί τους άμεσους (άσθμα, γήρανση του δέρματος, μείωση αθλητικής απόδοσης, χρωματισμός δοντιών, δύσοσμη αναπνοή), μακροπρόθεσμους (καρδιαγγειακή νόσος, ογκογένεση) και περιβαλλοντικούς (παθητικό κάπνισμα) κινδύνους της βλαπτικής αυτής συνήθειας. Εάν ο έφηβος καπνίζει, γίνεται μια λεπτομερέστερη συμβουλευτική συνεδρία και διερευνάται σχολαστικά η πιθανότητα χρήσης και άλλων ουσιών, ενώ επιχειρείται και μια πρώτη προσπάθεια δημιουργίας κινήτρου για διακοπή του καπνίσματος.  

   Οποιαδήποτε προσπάθεια καθοδήγησης του εφήβου είναι καταδικασμένη σε αποτυχία όταν γίνεται με τη μορφή διάλεξης ή κηρύγματος. Χαρακτηριστικό της εφηβείας είναι η τάση ανεξαρτησίας και η αντίσταση σε κάθε μορφής εξουσία. Άλλωστε σε κανέναν από εμάς δεν αρέσει να μας υποδεικνύουν τι να κάνουμε. Οι έφηβοι δέχονται καθημερινά υποδείξεις από τους γονείς και τους καθηγητές τους και αναπτύσσουν «εκλεκτική ακοή», δηλαδή δείχνουν ότι προσέχουν, ενώ στην πραγματικότητα δεν αφομοιώνουν τις πληροφορίες και υπάρχουν ελάχιστες πιθανότητες να εφαρμόσουν τα προτεινόμενα. Ο παιδίατρος θα πρέπει επίσης να αποφεύγει το ρόλο του «κολλητού» του εφήβου, να υιοθετεί δηλαδή υπερβολική άνεση και να εκφράζεται με τη γλώσσα που χρησιμοποιεί ο έφηβος, στην προσπάθειά του να τον προσεγγίσει. Ο παιδίατρος αποτελεί ρόλο-πρότυπο για τον έφηβο και μια αντικειμενική-επιστημονική πηγή πληροφοριών. Θα πρέπει να σέβεται τις επιλογές του εφήβου και να τον καθοδηγεί κατάλληλα, χωρίς να προσπαθεί να του επιβληθεί. Οι πληροφορίες δίνονται με ερωταπαντήσεις, παραδείγματα, ενεργό συμμετοχή και συζήτηση, ώστε ο έφηβος να μην αποτελεί παθητικό αποδέκτη.

     Η μη λεκτική επικοινωνία κατά τη διάρκεια της συνέντευξης έχει ιδιαίτερη σημασία. Οι εκφράσεις του προσώπου, οι κινήσεις του σώματος και ο τόνος της φωνής του εφήβου εκτιμώνται παράλληλα με τις λεκτικές απαντήσεις και μπορούν να δώσουν σημαντικές πληροφορίες για τα συναισθήματα και τις σκέψεις του εφήβου. Εάν ο έφηβος δείχνει ντροπαλός, δίνει μονολεκτικές απαντήσεις και δεν έχει ενεργό συμμετοχή, ο παιδίατρος μπορεί να διακόψει και να το παρατηρήσει λεκτικά με μια φράση όπως :«φαίνεσαι λίγο στεναχωρημένος, υπάρχει κάτι που σε ενοχλεί ;». Η παρατήρηση αυτή θα δώσει την ευκαιρία στον έφηβο να επιβεβαιώσει την κατάσταση και να απαντήσει σε άλλες σχετικές ερωτήσεις ή να αντικρούσει και να αποσαφηνίσει τα αίτια της στάσης του. Μία τέτοια παρατήρηση δείχνει επίσης το ενδιαφέρον του εξεταστή για τα συναισθήματα του εφήβου.

     Μέσα από τις συναντήσεις του με τον έφηβο, ο παιδίατρος υποστηρίζει και ενθαρρύνει τη σχέση του εφήβου με τους γονείς - ποτέ ωστόσο δεν παίρνει το μέρος του ενός ή του άλλου, σε περίπτωση διαμάχης μεταξύ τους. Οι γονείς θα πρέπει να αισθάνονται ασφαλείς για τη σχέση του παιδιάτρου με το παιδί τους και να αντιλαμβάνονται ότι ο παιδίατρος ενισχύει το δικό τους ρόλο. Μπορεί να χρειαστούν ειδικές συνεδρίες, με μόνους τους γονείς, για να ενημερωθούν για τα στάδια ανάπτυξης της εφηβείας και για το τι να αναμένουν σε κάθε στάδιο, για τον τρόπο χειρισμού των κρίσεων και τα σημεία που θα πρέπει να τους ανησυχήσουν σχετικά με τη συμπεριφορά του εφήβου.

     Εκτός από το λεπτομερές κληρονομικό και ατομικό αναμνηστικό, ιδιαίτερη θέση στην εφηβεία έχει το ψυχοκοινωνικό ιστορικό. Για την οργάνωση του ψυχοκοινωνικού ιστορικού και την κάλυψη όλων των σχετικών θεμάτων, προτάθηκε το 1972 από τον Berman το ακρωνύμιο HEADSSS («κεφάλι» στην αγγλική γλώσσα και τρία «S»). Με τη μέθοδο αυτή λαμβάνονται όλες οι απαραίτητες πληροφορίες για τη ζωή, τις σχέσεις και τις δραστηριότητες του εφήβου, με ερωτήσεις που αφορούν : την οικογένεια (Ηome), την εκπαίδευση (Education), τις δραστηριότητες (Activities), τις ουσίες (Drugs), την ασφάλεια (Safety), τη σεξουαλικότητα (Sexuality) και την κατάθλιψη-αυτοκτονικό ιδεασμό (Suicide) (Πίνακας 2). Αν και η λεπτομερής ανάπτυξη του τρόπου προσέγγισης όλων αυτών των τομέων ξεφεύγει από το σκοπό του παρόντος κειμένου, είναι απαραίτητο να τονιστούν ορισμένα σημαντικά σημεία :

  1. Οι ερωτήσεις σχετικά με τη σχολική επίδοση είναι σημαντικές και θα πρέπει να είναι σαφείς και λεπτομερείς. Η πτώση της απόδοσης στο σχολείο μπορεί να σημαίνει πρόβλημα στην οικογένεια, συναισθηματική διαταραχή, πρώιμη σεξουαλική δραστηριότητα ή πρόβλημα χρήσης ουσιών. Επιπλέον, η σταθερά χαμηλή απόδοση και οι συχνές απουσίες ενός παιδιού με υψηλή νοημοσύνη, μπορεί να υποκρύπτουν μια παραμελημένη και αδιάγνωστη μαθησιακή δυσκολία. Εάν γίνει απλά η ερώτηση «Πώς πας με το σχολείο;», η απάντηση θα είναι ένα μονολεκτικό «καλά» και δεν θα έχουμε πάρει τις απαραίτητες πληροφορίες. Παραδείγματα ερωτήσεων σχετικά με το θέμα αυτό είναι : «Οι βαθμοί σου είναι καλύτεροι ή χειρότεροι από πέρυσι;», «Πόσες απουσίες είχες σε αυτό το τρίμηνο;», «Έμεινες ποτέ μεταξεταστέος;», «Ποιό είναι το αγαπημένο σου μάθημα;»κ.λπ.
  2. Οι ερωτήσεις σχετικά με την πιθανότητα σεξουαλικής κακοποίησης και τον αυτοκτονικό ιδεασμό πρέπει να γίνονται κατά τη διάρκεια της συνέντευξης. Όπως και με τα περισσότερα ευαίσθητα θέματα, αν δεν ερωτηθούν οι ερωτήσεις, το πιθανότερο είναι ότι ο έφηβος δεν θα αναφέρει τίποτε. Οι έφηβοι ερωτώνται εάν «είχαν κάποια δυσάρεστη σεξουαλική εμπειρία» ή αν «κάποιος τους έχει αγγίξει σε σημείο του σώματός τους που τους έκανε να νιώσουν άβολα, χωρίς την άδειά τους». Οι ερωτήσεις για τον αυτοκτονικό ιδεασμό είναι άμεσες και , αντίθετα απ’ ότι πιστεύεται, οι ερωτήσεις σχετικά με την αυτοκτονία δεν οδηγούν τον έφηβο στην απόπειρα.
  3. Σημεία της εφηβικής συμπεριφοράς που θα πρέπει να θορυβήσουν τους γονείς και τον παιδίατρο είναι η απότομη πτώση της σχολικής επίδοσης, οι μεταβολές του βάρους (απότομη αύξηση, μεγάλη μείωση) και του ύπνου (αϋπνία ή υπερβολικός ύπνος), η κοινωνική απομόνωση (έλλειψη φίλων και φλερτ), η αδιαφορία για την προσωπική εμφάνιση και καθαριότητα (Πίνακας 3).

   Ο κάθε παιδίατρος μπορεί να υιοθετήσει τον δικό του τρόπο κατάληξης της συνέντευξης. Ο παιδίατρος μπορεί να κάνει μια περίληψη της επίσκεψης και να καθορίσει το σχέδιο παρακολούθησης. Θα μπορούσε να ζητηθεί μια εκτίμηση της επίσκεψης από τον έφηβο ή να ερωτηθεί για το ποιο θεωρεί εκείνος το σημαντικότερο σημείο της επίσκεψης. Συνήθως το τελικό στάδιο της επίσκεψης συμπεριλαμβάνει τον γονέα (εάν βέβαια συνοδεύει τον έφηβο), και δίνεται η δυνατότητα υποβολής ερωτήσεων από τον έφηβο και τους γονείς του. Οι γονείς δηλαδή συμμετέχουν στην αρχή και το τέλος της συνεδρίας, ενώ ο έφηβος είναι παρών καθ’ όλη τη διάρκεια της συνέντευξης.

     Αν και δεν υπάρχει απόλυτη συμφωνία για την απαραίτητη συχνότητα προληπτικών επισκέψεων κατά την εφηβική ηλικία, η Αμερικανική Παιδιατρική Ακαδημία και οι Οδηγίες των Υπηρεσιών Πρόληψης του Αμερικανικού Ιατρικού Συλλόγου (GAPS) συστήνουν μία επίσκεψη ετησίως. Οι στόχοι της ετήσιας προληπτικής εξέτασης των εφήβων είναι η έγκαιρη ανίχνευση σωματικών ή ψυχικών διαταραχών, ώστε να υπάρχουν περισσότερες πιθανότητες επιτυχούς παρέμβασης, και η συμβουλευτική των εφήβων σε θέματα πρόληψης και αποφυγής συμπεριφορών υψηλού κινδύνου.

Είναι ευνόητο ότι οι ετήσιες επισκέψεις αφορούν την πρόληψη και ότι σε περίπτωση εμφάνισης οποιουδήποτε προβλήματος ή ύπαρξης χρόνιου νοσήματος, πραγματοποιούνται οι απαραίτητες επισκέψεις διάγνωσης και θεραπευτικής παρέμβασης.

       Η ετήσια φυσική εξέταση του εφήβου, περιλαμβάνει μια λεπτομερή κατά συστήματα αντικειμενική εξέταση. Ωστόσο, θα πρέπει να τονιστούν ορισμένα σημεία που αφορούν ιδιαίτερα την εφηβική ηλικία (Πίνακας 4):

1. Απαραίτητα είναι η μέτρηση του ύψους, του βάρους και ο υπολογισμός του δείκτη μάζας σώματος, καθώς και η καταγραφή τους στις σχετικές καμπύλες ανάπτυξης. Είναι σημαντικό να ανιχνευθούν οι περιπτώσεις υπέρβαρων και παχύσαρκων παιδιών και να εφαρμοστεί η κατάλληλη παρέμβαση, καθ’ ότι η ανεύρεση παχυσαρκίας στην εφηβική ηλικία ισοδυναμεί με περισσότερες πιθανότητες παραμονής της κατά την ενήλικο ζωή. Είναι γνωστές οι σοβαρές επιπτώσεις της παχυσαρκίας στην υγεία και η συμμετοχή της σε πληθώρα νοσηρών καταστάσεων της ενηλίκου ζωής και δεν θα αναφερθούν στο παρόν κείμενο. Η οξεία και σημαντική απώλεια βάρους μπορεί να σημαίνει την ύπαρξη διατροφικής διαταραχής (νευρογενής ανορεξία) ή την εγκατάσταση οργανικής νόσου (κακοήθεια, φλεγμονώδης νόσος του εντέρου, παρασίτωση, ενδοκρινοπάθεια κ.λπ). Όπως ήδη έχει αναφερθεί, η οξεία απώλεια ή αύξηση βάρους μπορεί να αποτελούν ένδειξη μείζονος καταθλιπτικού επεισοδίου ή άλλης διαταραχής του ψυχισμού ή του περιβάλλοντος του εφήβου.

2. Η εκτίμηση του σταδίου εφηβικής ανάπτυξης κατά Tanner, είναι απαραίτητη και σημαντική. Η συσχέτιση των σταδίων Tanner με τη χρονολογική ηλικία, τη σωματική αύξηση και τους βασικούς σταθμούς της εφηβείας (όπως η αυξητική αιχμή και η εμμηνορρυσία) μπορεί να παρέχει σημαντικές πληροφορίες για την ανίχνευση γενετικών συνδρόμων, ενδοκρινολογικών και ανατομικών διαταραχών, καθώς και διαταραχών της ανάπτυξης.

3. Η ετήσια μέτρηση της αρτηριακής πίεσης και η ανίχνευση υπέρτασης είναι σημαντικά σημεία.    

4. Η ακμή αποτελεί συχνότατο εύρημα και παρουσιάζεται σε >80% των εφήβων. Όπως οτιδήποτε επηρεάζει την εξωτερική τους εμφάνιση, έχει δυσμενείς επιδράσεις στον ψυχισμό τους και θα πρέπει να θεραπεύεται.

5. Η ετήσια οφθαλμολογική εξέταση συνιστάται κατά την περίοδο της αυξητικής έκρηξης. Τα οστά του προσωπικού κρανίου, συμπεριλαμβανομένου και του κόγχου, αναδιαμορφώνονται κατά την περίοδο αύξησης και μπορεί να αναπτυχθούν διαθλαστικές ανωμαλίες. Η εφηβεία είναι η πιθανότερη ηλικία ανάδυσης της μυωπίας.

6. Η ετήσια επίσκεψη αποτελεί μοναδική ευκαιρία επιτήρησης της στοματικής υγιεινής. Κατά την εφηβεία αυξάνονται οι πιθανότητες εμφάνισης τερηδόνας, ουλίτιδας και ορθοδοντικών προβλημάτων. Θα πρέπει να υπενθυμίζονται οι βασικοί κανόνες περιορισμού της ζάχαρης, τακτικού πλυσίματος των δοντιών και χρήσης οδοντικού νήματος, καθώς και οι προληπτικές επισκέψεις στον οδοντίατρο.

7. Ο θυρεοειδής αδένας εξετάζεται ετησίως για μεταβολές του μεγέθους, της υφής, την ύπαρξη ευαισθησίας ή την ανεύρεση ασυμμετρίας ή ψηλαφητών όζων. Η θυρεοειδοπάθεια (αυτοάνοση θυρεοειδίτις ή νόσος Graves) δεν είναι σπάνια, ειδικά στα κορίτσια.

8. Όλοι οι έφηβοι, και ιδιαίτερα κατά την περίοδο αυξητικής αιχμής, εξετάζονται ετησίως για την ανάπτυξη σκολίωσης. Η ανεύρεση σκολίωσης σε αναπτυσσόμενο έφηβο απαιτεί παραπομπή σε ορθοπεδικό. Εάν η ανάπτυξη έχει ολοκληρωθεί και η σκολίωση είναι ήπια, δεν θα υπάρξει εξέλιξη και δεν απαιτείται παρέμβαση ή περαιτέρω παρακολούθηση.

9. Σε όλες τις σεξουαλικά δραστήριες έφηβες συνιστάται γυναικολογική εξέταση ετησίως και τεστ Παπανικολάου, καθώς και άλλες ανιχνευτικές εξετάσεις που θα αναφερθούν παρακάτω.

10. Στα αγόρια δεν παραλείπεται η εξέταση των όρχεων που θα καθορίσει την κατάταξη κατά Tannerκαι αποτελεί ειδική σύσταση της Αμερικανικής Παιδιατρικής Ακαδημίας για την έγκαιρη ανίχνευση του σεμινώματος, του συνηθέστερου όγκου συμπαγούς οργάνου των ανδρών 15-34 ετών (επίπτωση 1/10.000).

     Οι εργαστηριακές εξετάσεις στις οποίες θα πρέπει να υποβάλλεται ένας υγιής έφηβος στα πλαίσια μιας ανίχνευσης ρουτίνας είναι ελάχιστες. Η Αμερικανική Παιδιατρική Ακαδημία συνιστά μια γενική αίματος και μια γενική ούρων ετησίως. Οι έφηβοι αποτελούν ομάδα υψηλού κινδύνου για την ανάπτυξη σιδηροπενίας για όλους τους παρακάτω λόγους (Πίνακας 5):

1. Λόγω της αύξησης των σωματικών διαστάσεων αυξάνει ο όγκος του αίματος και ο μυελός καλείται να παράγει έμμορφα στοιχεία, έχοντας αυξημένες ανάγκες σε σίδηρο.

2. Οι έφηβοι δεν έχουν συνήθως σωστές διαιτητικές συνήθειες και δεν λαμβάνουν τις        απαραίτητες ημερήσιες συνιστάμενες δόσεις σιδήρου.

3. Τα αγόρια αναπτύσσουν το μυϊκό τους σύστημα και η μυοσφαιρίνη έχει ως κύριο συστατικό της το σίδηρο.

4. Στα κορίτσια ξεκινά η εμμηνορρυσία.

5.Οι έφηβοι που αθλούνται παρουσιάζουν αυξημένες ανάγκες σε σίδηρο λόγω της αυξημένης μυϊκής μάζας και των απωλειών με τον ιδρώτα

   Η ανίχνευση της υπερλιπιδαιμίας δεν συνιστάται σε όλους τους εφήβους. Συνιστάται ωστόσο επιλεκτική ανίχνευση των ομάδων υψηλού κινδύνου, δηλαδή εφήβων με οικογενειακό ιστορικό υπερλιπιδαιμίας, καρδιαγγειακής νόσου που εκδηλώθηκε σε ηλικία μικρότερη των 55 ετών, σακχαρώδους διαβήτου, υπέρτασης ή παχυσαρκίας. Ορισμένοι εκφράζουν επιφυλάξεις για το αν το πρόγραμμα αυτό καλύπτει τις ανάγκες ανίχνευσης και συνιστούν εξέταση σε όλους του εφήβους, κατά την πρώτη τους επίσκεψη. Η καθολική ανίχνευση μιας τιμής ολικής χοληστερόλης συνιστάται κατά την όψιμη εφηβεία (ή κατά την έναρξη της ενηλίκου ζωής).

   Δεδομένης της ύπουλης φύσης και της αύξησης της συχνότητας του σακχαρώδους διαβήτη τύπου ΙΙ στους εφήβους, η Αμερικανική Διαβητολογική Εταιρία συνιστά τη λήψη ενός σακχάρου νηστείας ανά διετία σε εφήβους με ΔΜΣ άνω της 85ης εκατοστιαίας θέσης και ένα από τα ακόλουθα κριτήρια : 1. Οικογενειακό ιστορικό ΣΔ τύπου ΙΙ σε συγγενείς πρώτου ή δεύτερου βαθμού ή/και κλινικά σημεία αντίστασης στην ινσουλίνη (π.χ. μελανίζουσα ακάνθωση ή σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών).

   Σε όλες τις σεξουαλικά δραστήριες έφηβες θα πρέπει να γίνονται ετήσια γυναικολογική εξέταση και τεστ Παπανικολάου. Ακόμη, συνιστάται ετήσια ανίχνευση των χλαμυδιακών και γονοκοκκικών λοιμώξεων στους ασυμπτωματικούς, σεξουαλικά δραστήριους εφήβους, λόγω της υψηλής επίπτωσης και του υψηλού ποσοστού ασυμπτωματικής λοίμωξης, καθώς και των σοβαρών επιπτώσεων των λοιμώξεων αυτών στην υγεία του γεννητικού συστήματος. Στα κορίτσια λαμβάνεται ενδοτραχηλικό δείγμα, ενώ στα αγόρια αρχικά ανιχνεύεται η λευκοκυτταρική εστεράση των ούρων και περαιτέρω διερεύνηση συνιστάται μόνο σε περίπτωση θετικής εξέτασης. Οι έφηβοι παρουσιάζουν σημαντικά υψηλότερο κίνδυνο προσβολής από σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα απ’ ότι οι ενήλικες, λόγω του εκτρόπιου των κοριτσιών (παρουσία ευαίσθητων κυλινδρικών επιθηλιακών κυττάρων στο εξωτερικό τμήμα του τραχήλου), των σύντομων και συχνών σχέσεών τους και της απειρίας τους στο θέμα εφαρμογής κατάλληλης προστασίας.

       Οι εξετάσεις για HIV και σύφιλη (άνευ τρεπονήματος-RPRή VDRL), φυλάσσονται για τους σεξουαλικά δραστήριους εφήβους με επιπλέον παράγοντες κινδύνου (ιστορικό και άλλης σεξουαλικά μεταδιδόμενης νόσου, πολλοί σεξουαλικοί σύντροφοι, ομοφυλόφιλοι έφηβοι κ.λπ).

       Οι ετήσιες επισκέψεις πρόληψης δίνουν την ευκαιρία ελέγχου των απαραίτητων εμβολιασμών των εφήβων. Τα εμβόλια που θα πρέπει να έχουν γίνει σε όλους του εφήβους είναι :

  1. Η σειρά DTP. Συνιστάται επανάληψη Td ανά δεκαετία
  2. Πολιομυελίτιδας
  3. Δύο δόσεις MMR
  4. Η σειρά εμβολιασμού για ηπατίτιδα Β
  5. Εμβολιασμός για την ηπατίτιδα Α
  6. Συζευγμένο εμβόλιο μηνιγγιτιδοκόκκου τύπου C
  7. Ανεμευλογιάς, σε περίπτωση μη νόσησης

       Σε ομάδες εφήβων με τις ανάλογες ενδείξεις, γίνονται τα εμβόλια της γρίπης και τα αντιπνευμονιοκοκκικά.

       Σε ερευνητικό επίπεδο εξετάζονται τα εμβόλια έναντι του ιού του ανθρώπινου θηλώματος (HPV) και του έρπητα τύπου 2 (HSV-2).

     Αν και η πρόληψη ξεκινά από τη νεογνική ακόμη περίοδο (με την εφαρμογή του μητρικού θηλασμού), κατά την εφηβεία το άτομο αποκτά την ευθύνη και το δικαίωμα διαχείρισης της υγείας του. Οι συστάσεις δίνονται απευθείας στον έφηβο, χωρίς τη μεσολάβηση των γονέων. Οι συνήθειες υγιεινής και οι γνώσεις για την υγεία που αποκτώνται κατά την εφηβεία θα ισχύσουν και κατά την ενήλικο ζωή και θα καθορίσουν την ποιότητά της. Πολλά από τα νοσήματα φθοράς των ενηλίκων (καρδιαγγειακή νόσος, υπογονιμότητα, οστεοπόρωση) μπορούν να περιοριστούν με την ενημέρωση και επιμόρφωση των σημερινών εφήβων. Οι συστάσεις που δίνονται στους εφήβους αφορούν τους παρακάτω βασικούς τομείς :

1. Διατροφή

2. Άθληση

3.Σεξουαλική αγωγή

4.Ασφάλεια

5.Χρήση καπνού, αλκοόλ, ουσιών

     Θα τονιστούν δύο σημαντικά σημεία σχετικά με τα παραπάνω θέματα :

   Η εφηβεία αποτελεί την περίοδο ανάπτυξης της κορυφαίας οστικής μάζας και την ηλικία-κλειδί για την καταπολέμηση της οστεοπόρωσης των ενηλίκων. Είναι λοιπόν εξαιρετικά σημαντική η εξασφάλιση της απαραίτητης ημερήσιας ποσότητας ασβεστίου, δηλαδή 1300 mgημερησίως που ισοδυναμούν σε 4 ποτήρια γάλα ή 3 ποτήρια εμπλουτισμένο γάλα ή ισοδύναμες μερίδες γαλακτοκομικών.    

     Η άθληση θα πρέπει να ενθαρρύνεται και να λαμβάνεται υπόψη η επιρρέπεια των νεαρών ατόμων σε κατάγματα και διαστρέμματα κατά τη διάρκεια της περιόδου αύξησης, λόγω χαλαρότητας των συνδέσμων. Συνεπώς, τονίζεται η χρήση κατάλληλου προστατευτικού εξοπλισμού και οι ασκήσεις με μικρά βάρη, πολλές επαναλήψεις και σωστή τεχνική. Η εφαρμογή μεγαλύτερων βαρών με στόχο τη μυϊκή υπερτροφία (body-building) επιτρέπεται μόνο σε σκελετικά ώριμους αθλητές. Η χρήση διαιτητικών συμπληρωμάτων και αναβολικών ουσιών ανιχνεύεται και γίνεται εκτενής ενημέρωση για τα οφέλη, αλλά και τις επιπτώσεις ορισμένων από τις ουσίες αυτές.

   Υπάρχουν πολλά ακόμη θέματα που καλύπτει η επίσκεψη επιτήρησης της υγείας κατά την εφηβική ηλικία. Αν και ακολουθούνται οι βασικοί κανόνες, ο κάθε έφηβος είναι διαφορετικός και η συμβουλευτική αγωγή εξατομικεύεται ανάλογα με τις επιλογές και τις συμπεριφορές του. Το μαγικό με αυτή την ηλικία είναι ότι μέσα από ένα σύνολο ιδιαιτεροτήτων, ισχυροποιείται η ανάγκη για πρόληψη και μπορεί να ισχύσει απόλυτα ότι γενικά εφαρμόζεται στην Ιατρική επιστήμη, κυρίως όμως για λόγους αδυναμίας :

«Θεραπεία, ορισμένες φορές

Ανακούφιση, πολλές φορές

Συμβουλή και υποστήριξη, ΠΑΝΤΟΤΕ»

                                     EdwardTrudeau

Πίνακας 1.

Βασικές αρχές της συνέντευξης με τον έφηβο

  1. Εχεμύθεια
  2. Εκτίμηση του επιπέδου ανάπτυξης
  3. Κατάλληλη προσέγγιση των «ευαίσθητων» θεμάτων
  4. Ρόλος-πρότυπο, επιστημονικότητα παιδιάτρου
  5. Αξιολόγηση μη λεκτικής επικοινωνίας
  6. Ενεργητική προσέγγιση (ερωταπαντήσεις, συζήτηση, παραδείγματα, σχόλια)

 

Πίνακας 2.

Ακρωνύμιο ΗEADSSS (Βerman 1972)

Home- οικογένεια

Education - εκπαίδευση

Activities - δραστηριότητες

Drugs - ουσίες

Safety - ασφάλεια

Sexuality- σεξουαλικότητα

Suicide – κατάθλιψη, αυτοκτονικός ιδεασμός

Πίνακας 3.

Σημεία ανησυχίας στη συμπεριφορά του εφήβου

Πίνακας 4.

Ετήσια αντικειμενική εξέταση

  1. Μέτρηση ύψους, βάρους, υπολογισμός ΔΜΣ
  2. Καθορισμός σταδίου εφηβικής ανάπτυξης κατά Tanner
  3. Μέτρηση αρτηριακής πίεσης
  4. Δερματολογική εξέταση (ακμή;)
  5. Οφθαλμολογική εξέταση κατά την περίοδο ανάπτυξης
  6. Επιτήρηση στοματικής υγιεινής
  7. Εξέταση θυρεοειδούς αδένα
  8. Ανίχνευση σκολίωσης
  9. Γυναικολογική εξέταση σε σεξουαλικά δραστήρια κορίτσια
  10. Εξέταση όρχεων στα αγόρια

Πίνακας 5.

Αίτια σιδηροπενίας στην εφηβική ηλικία

1. Αύξηση του όγκου αίματος-παραγωγή έμμορφων στοιχείων από το μυελό

2. Πτωχές διαιτητικές συνήθειες

3. Ανάπτυξη μυϊκού συστήματος στα αγόρια

4. Εμμηνορρυσία στα κορίτσια.

5.Αυξημένες ανάγκες σε σίδηρο στους έφηβους που αθλούνται

 

    

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  1. CoupeySM.Interviewingadolescents. Pediatr Clin North Am 1997, 44 : 1349-1364.
  2. CoupeySM.Primary Care of Adolescent Girls. Philadelphia, Hanley & Belfus, 2000.
  3. Elster AB, Kuznets NJ. Guidelines for Adolescent Preventive Services (GAPS) : Recommendations and Rationale. Baltimore, William & Wilkins, 1992.
  4. FisherM. Ανίχνευση και Πρόληψη. Στο : Ηolland-Hall C, Brown RT. SecretsΕφηβικήςΙατρικής. Επιμέλεια Ελληνικής Έκδοσης : Tσίτσικα Α, Χρούσος Γ. Ιατρικές Εκδόσεις Πασχαλίδης 2005 : 38-46.
  5. GoldenringJM, CohenE . Getting into Adolescent Heads. Contemp Pediatr 1988 , 5 : 75-90.
  6. Hofmann DA. Communicating with Adolescents and their Parents. Στο : Hofmann DA, Greydanus DE . Adolescent Medicine. Appleton & Lounge 1997 : 40-50.
  7. Hofmann DA. Health Supervision in Adolescence. Στο : Hofmann DA, Greydanus DE . Adolescent Medicine. Appleton & Lounge 1997 : 74-90.
  8. Johnson J, Neas B, Parker DE. Screening for urethral infection in adolescent and young adult males. J adolesc Health 1993 , 14 (5) : 337.
  9. LongBJ, StraubD. Αθλητιατρική. Στο : Ηolland-Hall C, Brown RT. SecretsΕφηβικής Ιατρικής. Επιμέλεια Ελληνικής Έκδοσης : Tσίτσικα Α, Χρούσος Γ. Ιατρικές Εκδόσεις Πασχαλίδης 2005 : 233-253.
  10. Nικολαϊδου Π. Οστεοπόρωση. Παθογενετικοί μηχανισμοί, πρόληψη. Δελτίο Α΄ Παιδιατρικής Κλινικής Πανεπιστημίου Αθηνών, 34η Παιδιατρική Ενημέρωση 2001, 48 (4) : 189-195.
  11. Report of the Expert Panel on Blood Cholesterol Levels in Children and Adolescents. Pediatrics 1992, 89 (8 suppl) : 537.

 

Άρτεμις Κ. Τσίτσικα

Επίκουρη Καθηγήτρια Παιδιατρικής - Εφηβικής Ιατρικής

Επιστημονική Υπεύθυνος Μονάδας Εφηβικής Υγείας (Μ.Ε.Υ.)

Β΄ Παιδιατρική Κλινική Παν/μίου Αθηνών

Νοσοκομείο Παίδων «Π & Α Κυριακού»